πρώτη δημοσίευση άρθρου στο διαδίκτυο,
Τί σημαίνει αποτείχιση;
Επιτρέπεται να αποτειχιστεί λαϊκός; Μας λέγει λοιπόν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός να «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων, ἔσωθεν δέ εἰσι λύκοι ἅρπαγες.» (Ματθ. ζ΄ 15) Και ερμηνεύουν οι Τρεμπέλας και Κολιτσάρας, οτι μας προτρέπει να φυλαγόμαστε απο κακούς οδηγούς, διδασκάλους και ψευδοπροφήτες. Να φυλαγόμαστε δηλαδή απο τους κακούς ποιμένες. Να φυλαγόμαστε απο τους κακούς κληρικούς που θα λέγαμε με την αντίστοιχη σημερινή ορολογία. Και όταν συναντούμε τις λέξεις «ψευδοπροφήτες», «ψευδοδιδάσκαλοι» και «λύκοι» μέσα στην Καινή Διαθήκη, γνωρίζουμε οτι εννοεί τους αιρετίζοντες κληρικούς, όπως φαίνεται για παράδειγμα πιο ξεκάθαρα απο το «Ἐγένοντο δὲ καὶ ψευδοπροφῆται ἐν τῷ λαῷ, ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις ἀπωλείας» (Β΄ Πέ. β΄ 1). Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός μας λέγει λοιπόν να φυλαγόμαστε απο τους αιρετίζοντες κληρικούς. Πώς όμως φυλάγεται ένας λαϊκός απο έναν αιρετίζοντα κληρικό; Ο μοναδικός τρόπος του λαϊκού, είναι το να μην εκκλησιάζεται στον αιρετίζοντα αυτόν ιερέα. Αυτή είναι η αποτείχιση για τον λαϊκό. Τόσο απλά. Σε αυτήν την αποτείχιση μας προτρέπει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός προκειμένου να προστατευθούμε απο τους αιρετίζοντες κληρικούς. Και για να μας προτρέπει ο Πάνσοφος Θεός να αποτειχιστούμε, κάτι παραπάνω θα γνωρίζει απο εμάς για την σωτηρία μας. Εκτός και εάν κάποιος πιστεύει οτι είναι σοφώτερος απο τον Θεό, και κρίνει οτι δεν είναι αναγκαία η αποτείχιση εάν αιρετίζει ο κληρικός. Το συγκλονιστικό όμως είναι οτι την αποτείχιση ο καθένας μας την κάνει κάθε ημέρα χωρίς να το γνωρίζει, και μάλιστα για περί βίου λόγους, κάτι που απαγορεύεται, και όχι για περί Πίστεως, κάτι που θεωρείται αυτονόητο. Αποτειχίζεται κάθε φορά που αποφεύγει να εκκλησιάζεται σε έναν ιερέα που τον θεωρεί ασεβή, σκανδαλοποιό, προκλητικό, διεφθαρμένο, απρόσεκτο, μή παραδοσιακό, νεωτερίζων, εκκοσμικευμένο, αμελή, κακό λειτουργό, ακόμη και άσχημο ή κακόφωνο. Δεν είναι φοβερή αμαρτία και προσβολή πρός τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό να αποτειχιζόμαστε κάθε ημέρα απο τους ιερείς μας για χίλιους δυο περί βίου λόγους, και να μην αποτειχιζόμαστε όταν προσβάλεται η Πίστις με κακοδοξίες και αιρέσεις; Αυτό και μόνον καθιστά τον εκκλησιασμό μας στον αιρετίζοντα ιερέα θρασυτάτη υποκρισία και βαρύτατο κατάκριμα. Πιστεύω οτι δεν έχει νόημα να προχωρήσω στις κυριολεκτικά πολλές δεκάδες λοιπές Ευαγγελικές, Αποστολικές και Αγιοπατερικές εντολές περί αποτειχίσεως. Εάν δεν μας αρκεί και μόνον ένας λόγος του ιδίου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, τότε δεν μας αρκούν ούτε χίλιοι λόγοι Του, πολλώ δε μάλλον λόγοι Αποστόλων και Θεοφόρων Αγίων Πατέρων.
Συντρέχουν σήμερα λόγοι αποτειχίσεως, και απο ποιούς; Τον Ιούνιο του 2016, συνήλθε στο Κολυμπάρι της Κρήτης η λεγόμενη «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος». Οι αποφάσεις μιας Συνόδου εφόσον την αποδεχθεί το πλήρωμα των Ορθοδόξων, αποκτούν δογματικό χαρακτήρα. Είναι δηλαδή μέρος της Πίστεως, εκτός και εάν ο πιστός λαός δεν την αποδεχθεί και την απορρίψει ώς ληστρική και αιρετική ψευδοσύνοδο, όπως έχει κάνει πολλάκις κατά το παρελθόν. Απο πλευράς Ελλάδος, τις αποφάσεις της Συνόδου υπέγραψαν πολλοί Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος και της Εκκλησίας της Κρήτης. Μετά τις υπογραφές, τις αποφάσεις απεδέχθησαν οι Ιερές Σύνοδοι των Εκκλησιών Ελλάδος και Κρήτης, καθώς και σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι Μητροπολίτες, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Τέλος, τις αποφάσεις της Συνόδου τις απεδέχθη η συντριπτική πλειοψηφία των ιερέων μας δια της αποδοχής και διανομής του φυλλαδίου «Πρός τον Λαό». Τί το τόσο φοβερό απεφάσισε αυτή η λεγόμενη «Σύνοδος», που θέτει σε εφαρμογή τον λόγο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού περί αποτειχίσεως απο όποιον Μητροπολίτη και ιερέα αποδέχεται τις αποφάσεις της; Θα παρακάμψω τις σοβαρότατες θεσμικές παραβάσεις της λεγομένης «Συνόδου» οι οποίες την καθιστούν άκυρη, όπως για παράδειγμα το οτι άλλο ψήφιζαν οι Συνοδικοί και άλλο γραφόταν στα Συνοδικά κείμενα (βλ. περίπτωση Σέρβων, κοκ), ή την ασαφή και προβληματική αναγνώριση των προηγουμένων Συνόδων. Θα παρακάμψω επίσης τα πάμπολα θεολογικά ζητήματα τα οποία «κατέσφαξε» η λεγόμενη «Σύνοδος» όπως η νηστεία, ο γάμος, κα. Θα παρακάμψω ακόμη και το οτι η λεγόμενη «Σύνοδος» δεν άρθρωσε λέξη για το μεγαλύτερο πρόβλημα που ταλανίζει τους Ορθοδόξους και δημιουργεί σχίσματα εδώ και σχεδόν εκατό χρόνια, το πρόβλημα του ημερολογίου. Ανέκαθεν, ο λόγος σύγκλισης μιας Συνόδου ήταν να καταδικάσει τις αιρέσεις της εποχής. Η λεγόμενη αυτή «Σύνοδος» κατέγνωσε μόνον μιαν «αίρεση» στην εποχή μας, αυτήν του «ἐθνοφυλετισμοῦ»[2]. Ας παρακάμψω ακόμη και το γεγονός οτι και μόνον η κατάταξη μιας κοσμικής, πολιτικής ιδεολογίας ώς «αίρεση», αποτελεί απο μόνη της μια πράξη τουλάχιστον τραγικής θεολογκής αυθαιρεσίας, εάν όχι και βλασφημίας. Διότι αίρεσις, είναι η διαστροφή της Χριστιανικής διδαδκαλίας. Είναι δηλαδή μια νέα, διαστρεβλωμένη κατά τί, εκδοχή της Πίστεως. Τώρα, ποιοί σκοτισμένοι νόες της ψευδοσυνόδου θεώρησαν οτι η κοσμική, πολιτική ιδεολογία του Εθνοφυλετισμού είναι μια νέα, διαστρεβλωμένη κατά τί, εκδοχή της Πίστεως, μόνον αυτοί το γνωρίζουν. Αλλά ας το προσπεράσουμε και αυτό. Με το να καταγνώσει μιαν και μόνη «αίρεση», η ψευδοσύνοδος δογμάτισε ξεκάθαρα οτι δεν υπάρχει σήμερα καμία άλλη αίρεση. Δογμάτισε δηλαδή οτι οι διάφοροι Μονοφυσίτες, η Ουνία, ο Παπισμός, οι χιλιάδες Προτεσταντικές αιρέσεις, ακόμη και οι Χιλιαστές, είναι όλοι μέλη της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Πιστεύω οτι και ο πιο ακατήχητος Ορθόδοξος αντιλαμβάνεται την ανείπωτη Ανομία που κήρυξε η αντίχριστη αυτή ψευδοσύνοδος. Αναγνώρισε όλες τις αιρέσεις ώς Σώμα Χριστού, και με αυτόν τον τρόπο ακύρωσε δεκάδες Οικουμενικές και τοπικές Συνόδους οι οποίες είχαν αποφανθεί για τις αιρέσεις των Μονοφυσιτών, του Φιλιόκβε, κοκ. Με αυτόν τον τρόπο έβγαλε πλανεμένους και όλους τους Αγίους Πατέρες οι οποίοι έχουν καταδικάσει τις κακοδοξίες όλων των αιρέσεων, παλαιών και νέων. Και η αντίχριστη αυτή ψευδοσύνοδος προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, και αναγνώρισε ώς «Εκκλησίες» τις αιρέσεις αυτές με δυο τρόπους. Πρώτον, με την ευθεία αναφορά σε αυτές ώς «Εκκλησίες» με τον πιο επίσημο Εκκλησιαστικά και δογματικά τρόπο, δηλαδή Συνοδικά, όπως φαίνεται για παράδειγμα απο την φράση «ἄλλων ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν»[3]. Και δεύτερον, με την αναγνώριση και συμμετοχή της Εκκλησίας του Χριστού ώς ισότιμο μέλος σε ενα παγκόσμιο συμβούλιο αιρέσεων, όπως φαίνεται απο την φράση «Αἱ Ὀρθόδοξοι κατά τόπους Ἐκκλησίαι–μέλη τοῦ Π.Σ.Ε., μετέχουν πλήρως καί ἰσοτίμως ἐν τῷ ὀργανισμῷ τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν»[4]. Και σαν να μην ήσαν αρκετά όλα αυτά τα φοβερά, η αντίχριστη ψευδοσύνοδος προχώρησε και πιο πέρα. Αναγνώρισε την αιρετική εκκλησιολογία της Δηλώσεως του Τορόντο, όπως φαίνεται απο την φράση «Ἔχουν δέ βαθεῖαν τήν πεποίθησιν ὅτι αἱ ἐκκλησιολογικαί προϋποθέσεις τῆς Δηλώσεως τοῦ Toronto [...] εἶναι κεφαλαιώδους σημασίας διά τήν Ὀρθόδοξον συμμετοχήν εἰς τό Συμβούλιον»[5]. Και τί το τόσο φοβερό λέει η Δήλωσις του Τορόντο; Στο κείμενο του Τορόντο διαβάζουμε οτι «Οἱ Ἐκκλησίες-μέλη ἀναγνωρίζουν ὅτι τό νά ἀποτελεῖ κάποιος μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι πιό περιεκτικό ἀπό τό νά ἀποτελεῖ μέλος τῆς δικῆς του Ἐκκλησίας»[6]. Στην αντίχριστη ψευδοσύνοδο αυτή δηλαδή, δογματίσαμε οχι μόνον οτι οι αιρέσεις οι οποίες είναι μέλη του Π.Σ.Ε. είναι Εκκλησίες και Σώμα Χριστού, και οτι εμείς είμαστε ισότιμο μέλος των αιρέσεων, αλλά και οτι η Εκκλησία του Χριστού είναι ελλειπής χωρίς τις χιλιάδες αιρέσεις, εφόσον «τό νά ἀποτελεῖ κάποιος μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι πιό περιεκτικό ἀπό τό νά ἀποτελεῖ μέλος τῆς δικῆς του Ἐκκλησίας». Άρα δογματίσαμε Συνοδικά οτι μόνον εφόσον υπάρχει κοινωνία της Εκκλησίας με τις αιρέσεις υπάρχει η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Δεν συνιστά αυτό αιρετική διδασκαλία και λόγο αποτειχίσεως; Δυστυχώς όμως υπάρχουν και χειρότερα. Παρόλο που μέσα στα κείμενα της ψευδοσυνόδου εξάρεται πολλάκις η συμμετοχή της Εκκλησίας μας σε διαφόρους διαχριστιανικούς διαλόγους είς τους οποίους λαμβάνονται αποφάσεις οι οποίες αποσκοπούν «εἴς τε τήν λύσιν τῶν παραδεδομένων θεολογικῶν διαφορῶν»[7], εν τούτοις, πολύ δόλια και Πονηρά, δεν αναφέρεται κανένα απο αυτά τα διαχριστιανικά συνέδρια στα κείμενα της ψευδοσυνόδου, ούτε φυσικά τα κείμενα τα οποία υπογράφαμε ώς Εκκλησία στα συνέδρια αυτά. Γιατί άραγε; Μήπως οι διάφοροι διαχριστιανικοί διάλογοι γίνονται άτυπα και τηλεφωνικά και δεν έχουν πρακτικά, ή μήπως επειδή στα συνέδρια αυτά υπογράψαμε ώς Εκκλησία επίσημες, δεσμευτικές συμφωνίες για την πλήρη προδοσία της Ορθοδόξου Πίστεως; Για να δούμε ενδεικτικά μερικές απο αυτές τις συμφωνίες των διαχριστιανικών διαλόγων τις οποίες υπογράφουμε ώς Εκκλησία. Σε ενα μόνο απο τα απαράδεκτα σημεία της Συμφωνίας του Σαμπεζύ (1990) δογματίσαμε οτι και οι αιρετικοί Μονοφυσίτες διατήρησαν την αυθεντική Χριστολογία, όπως φαίνεται απο την φράση «both families have always loyally maintained the same authentic Orthodox Christological faith»[8]. Και συμφωνήσαμε να άρουμε τα αναθέματα εκατέρωθεν[9], χωρίς οι αιρετικοί Μονοφυσίτες να αποκυρήξουν τις πλάνες των. Με την Συμφωνία του Μπαλαμάντ (1993) δογματίσαμε μεταξύ πολλών θλιβερών οτι οι αιρετικοί Παπικοί είναι Εκκλησία και οτι έχουν Βάπτισμα και Μυστήρια, όπως φαίνεται απο φράσεις όπως «it is clear that rebaptism must be avoided», «the Catholic Churches and the Orthodox Churches recognize each other as Sister Churches», «the preparation of future priests [...] Their education [...] everyone should be informed of the apostolic succession of the other Church and the authenticity of its sacramental life»[10], κοκ. Με την Συμφωνία του Πόρτο Αλέγκρε (2006) δογματίσαμε οτι όλες οι αιρέσεις είναι τα διηρημένα μέλη της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού. Δογματίσαμε δηλαδή οτι μόνον όταν βρισκόμαστε σε κοινωνία με τους αιρετικούς είμαστε Εκκλησία και Σώμα Χριστού, όπως φαίνεται απο φράσεις όπως «The life of the Church as new life in Christ is one. Yet it is built up through different charismata and ministries [...] Each church is the Church catholic and not simply a part of it. Each church is the Church catholic, but not the whole of it. Each church fulfils its catholicity when it is in communion with the other churches»[11], κοκ. Και για να μην επεκταθούμε σε άλλες συμφωνίες και σημεία (1902, 1920, 1922, 1965, 2007, κα), ας αναφέρουμε τελικώς και την Συμφωνία του Πουσάν (2013) στην οποία δογματίσαμε οτι μεταννοούμε εμείς οι Ορθόδοξοι για τα σχίσματα, διότι δεν εξήλθαν οι αιρετικοί απο την Εκκλησία, αλλά είμαστε απο κοινού συνυπεύθυνοι για τις διαιρέσεις της Εκκλησίας σε κομμάτια, και γι΄ αυτό πρέπει να επανέλθουμε σε κοινωνία όλα τα διηρημένα μέλη της Εκκλησίας, δηλαδή Ορθόδοξοι και αιρετικοί, όπως φαίνεται απο φράσεις όπως «repent of the divisions among and within our churches», «to call one another to visible unity in one faith and in one Eucharistic fellowship, expressed in worship and common life»[12], κοκ. Όλες αυτές τις επίσημες Συμφωνίες της Εκκλησίας μας με τους διαφόρους αιρετικούς τις δογματίζει η αντίχριστη ψευδοσύνοδος του Κολυμπαρίου, με την Σατανική μάλιστα πρακτική του να τις αναφέρει, όχι ευθέως και ονομαστικά όπως κάνει με την επίσης αιρετική Συμφωνία του Τορόντο και με την συμμετοχή μας ώς ισοβαρές και ισότιμο μέλος ενός παγκοσμίου συμβουλίου αιρέσεων, αλλά ύπουλα, δόλια και Πονηρά, με πλάγιες εκφράσεις όπως «διαχριστιανικοί» και «διαθρησκειακοί διάλογοι». Ακόμη όμως και εάν υποθέσουμε οτι δεν τις ανέφερε κάν, ούτε πλαγίως, και μόνον η απουσία ρητής καταδίκης αιρέσεων και αιρετικών συμφωνιών σε επίσημο Συνοδικό κείμενο, αποτελεί δόλια μεν, αλλά σαφέστατη αποδοχή τους. Με λίγα και απλά λόγια η ψευδοσύνοδος του Κολυμπαρίου δογμάτισε κατ΄ ουσίαν, οτι:
Απο τα παραπάνω τα οποία δογμάτισε η ψευδοσύνοδος, απορρέουν αβίαστα, τέσσερα ακόμη συμπεράσματα:
Καταλαβαίνει πιστεύω και ο πιο αφελής, σε πόσο βλάσφημα «νερά» μας οδηγούν οι αποφάσεις της αιρετικής ψευδοσυνόδου του Κολυμπαρίου. Επαληθεύουν τον λόγο του Κυρίου που λέγει οτι «ὁ λόγος αὐτῶν ὡς γάγγραινα νομὴν ἕξει» (Β΄ Τιμ. β΄ 17). Δηλαδή αποδεχόμενοι έστω και μια καινοτομία, θα μας οδηγήσει γεωμετρικά σε πολλές άλλες κακοδοξίες. Πόσο μάλλον εάν αποδεχθούμε όλες αυτές τις απαράδεκτες κακοδοξίες της αιρετικής και ληστρικής ψευδοσυνόδου του Κολυμπαρίου. Μπροστά στην τυφλή τους λαχτάρα για την προσκύνηση του Πάπα, οι νέοι Λατινόφρονες (Οικουμενιστές) έχουν απαρνηθεί κάθε δόγμα. Φυσικά, όλα αυτά δεν θα μας εξέπληταν εάν γρηγορούσαμε και παρακολουθούσαμε τις μεθοδεύσεις των ενωτικών Λατινοφρόνων της εποχής μας, οι οποίοι ώς γνήσιοι συνεχιστές των πνευματικών προγόνων τους, αγωνίζονται διαχρονικά και αδιάκοπα απο τον καιρό του Σχίσματος για να προσκυνήσει η Εκκλησία μας την αίρεση του αντιχρίστου Πάπα. Και σαν να μην είναι ηλίου φαεινότερη η ενωτική προσπάθεια των Οικουμενιστών η οποία καταδεικνύεται μέσα απο τις Συνοδικά αποδεκτές Συμφωνίες των «διαχριστιανικών διαλόγων», πολλοί αδελφοί μας, είτε απο αφέλεια, είτε απο στρουνθοκαμηλισμό, είτε απο πονηρά υποκρισία, λένε οτι δεν υπάρχουν ενωτικές βλέψεις της Εκκλησίας με τον Παπισμό και τις λοιπές αιρέσεις, και οτι κακώς χρεώνονται στους Οικουμενιστές τέτοιες αβάσιμες κατηγορίες. Τους εκθέτουν όμως τα επίσημα κείμενα της ψευδοσυνόδου, στα οποία διαβάζουμε οτι η Εκκλησία μας κοπιάζει «...πρός θεολογικόν διάλογον μετά τῶν λοιπῶν χριστιανῶν [...] πρός τήν συμμετοχήν γενικώτερον εἰς τήν Οἰκουμενικήν Κίνησιν [...] μέ ἀντικειμενικόν σκοπόν τήν προλείανσιν τῆς ὁδοῦ τῆς ὁδηγούσης πρός τήν ἑνότητα.»[13] Ιδού η ωμή παραδοχή μέσα απο τα επίσημα Συνοδικά κείμενα, και μάλιστα με διατύπωση που δεν αφήνει κανένα περιθώριο για βολικές παρερμηνείες. Και δεν αναφέρω κάν τα δεκάδες βήματα πρός την πανθρησκεία του Αντιχρίστου τα οποία λαμβάνουν και μεταξύ τους οι αιρετικοί, όπως η κοσμογονική αναγνώριση κοινού Βαπτίσματος Κοπτών και Παπικών, η ένωση Μεθοδιστών και Αγγλικανών, το «Κοινό Δόγμα της Αιτιολόγησης» μεταξύ Παπικών και Λουθηρανών, την προσχώρηση της Παγκοσμίου θρησκευτικής κοινότητος των Μεταρρυθμισμένων «Εκκλησιών» στο κοινό αυτό δόγμα, κοκ. Ας ανοίξουν λοιπόν τα μάτια τους οι αφελείς, ας βγάλουν το κεφάλι τους απο την άμμο οι «στρουνθοκάμηλοι» και ας πάψουν οι υποκριτές να μιλούν για τους «παρεξηγημένους» Οικουμενιστές. Διότι άλλο (και ευχής έργον) θα ήταν η επιστροφή των μετανοημένων αιρετικών στην Εκκλησία, και άλλο η ένωση της Εκκλησίας μετά των αιρέσεων της απωλείας, την οποίαν ενότητα ομολογεί οτι προωθεί η ψευδοσύνοδος. Και η γάγγραινα της παναιρέσεως του Οικουμενισμού οδήγησε τους υπερηφάνους αδελφούς μας στο σημείο να εφευρίσκουν ακόμη και ερμηνείες ώστε να πείσουν τον εαυτόν τους οτι οι Παπικοί δεν είναι αίρεση αλλά σχίσμα. Οτι δηλαδή ορθοτομούν την Αλήθεια και όλα τα δόγματα της Ορθοδοξίας, οτι μας χωρίζουν μόνον ασήμαντα και «ιάσιμα» ζητήματα, οτι τα αναθέματα ήσαν άκυρα, και οτι όλες οι Σύνοδοι και οι Πατέρες οι οποίοι κατεδίκασαν τις κακοδοξίες των Παπικών ώς αιρέσεις ήσαν πλανεμένοι. Και είναι πέραν και απο φαιρδό το να προσπαθούν κάποιοι να πείσουν οτι δεν υπάρχουν σήμερα βλέψεις ενωτικών Λατινοφρόνων της εποχής μας, ήτοι Οικουμενιστών, απο την στιγμή που οι ίδιοι οι Οικουμενιστές προβάλλουν και επαίρονται για τις γεωμετρικά αυξανόμενες παραβάσεις των Ιερών Κανόνων και του Ευαγγελίου που κάνουν, χάριν της ενωτικής τους αγαπουλίστικης ατζέντας. Διότι μπορεί να προσευχόμαστε ώστε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός να μας ελεήσει με απονηρία και καθαρότητα λογισμών και καρδίας, αλλά αυτό δεν σημαίνει οτι είμαστε τόσο ανόητοι και αφελείς, ώστε να θεωρούμε σύμπτωση τις αυξανόμενες παρουσίες «Ορθοδόξων» σε άκυρες αιρετικές τελετές Μονοφυσιτών, Παπικών και Προτεσταντών, τις αυξανόμενες παρουσίες αιρετικών «ιερέων» σε Μυστήρια «Ορθοδόξων» και δεί εντός του Ιερού Βήματος, τις αυξανόμενες απο κοινού με τους αιρετικούς συν-ευλογίες πιστών, τις αυξανόμενες συμπροσευχές, τώρα πλέον και με την υποκρισία περί ειρήνης και οικολογίας, του νέου τύπου μεικτούς Οικουμενιστικούς ναούς, την προπαγανδιστική εκστρατεία, τα πανομοιότυπα Πασχαλινά μηνύματα στα οποία κυριαρχεί η λέξη «κοινή», τις όλο και πιο ξεκάθαρες δηλώσεις εκατέρωθεν για κοινή Χριστιανική ατζέντα, αλλά και τις εκατέρωθεν δηλώσεις για την επιτακτική ανάγκη για πλήρη ενότητα και Ευχαριστιακή κοινωνία. Ας αναλογιστούν οι καλοπροαίρετοι αδελφοί μας οτι το πρόσωπό μας δεν το αποστρέφουμε απο τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό μόνον με την προσκύνηση του τελικού Αντιχρίστου. Κάθε φορά που ανεχόμαστε και δίνουμε τόπο στην αίρεση, αποστρέφουμε αηδιασμένοι το πρόσωπό μας απο το γλυκύτατο χαμόγελο του Κυρίου. Κάθε φορά που συμμετέχουμε στην αίρεση αρνούμαστε τον Χριστό. Κάθε φορά που εκκλησιαζόμαστε σε ιερείς οι οποίοι σιωπούν μπροστά στην παναίρεση του Οικουμενισμού επιλέγουμε απο τώρα τον Αντίχριστο. Μετά απο όλα αυτά τί λέτε αδελφοί; Τίθεται σε εφαρμογή ο λόγος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού για αποτείχιση απο όσους αποδέχονται ανοικτά ή δια της σιωπής τις αποφάσεις της ψευδοσυνόδου, ναί ή όχι; Διότι εάν όλα αυτά τα φρικτά και βλάσφημα δεν φλογίζουν με την αγιαστική ιερά οργή κάθε κύτταρο του σώματός μας, τότε μας έχει αλώσει το πνεύμα του Οικουμενισμού και δεν έχουμε κάν τον ζήλο που είχαν οι αγράμματοι παππούδες μας. Τότε «πιστεύουμε» χλιαρά και υποκριτικά όπως οι «αγαπούληδες» Οικουμενιστές. Εάν όλα αυτά δεν ωθούν όλο μας το είναι σε ιερό ξεσηκωμό, τότε θα αποδεχθούμε και το κοινό Ποτήριο με τις κατάλληλες δικαιολογίες, και τον Πάπα θα μνημονεύσουμε με τις κατάλληλες δικαιολογίες, και τον τελικό Αντίχριστο θα προσκυνήσουμε μέσα στους «Ορθοδόξους» ναούς, ο οποίος θα έλθει ώς κεφαλή της σχεδόν τετελεσμένης πανθρησκείας[14] την οποίαν απεργάζεται η παναίρεση του Οικουμενισμού. Τί περιμένουμε επιτέλους; Μα τόσο πολύ ολιγόπιστοι γίναμε; Τόσο πολύ σάπισε την ψυχή μας η καλοπέραση; Τόσο αναιδείς και υποκριτές γίναμε απέναντι στον Θεό; Γίναμε χειρότεροι ακόμη απο τους Αμερικανο–Προτεστάντες τους οποίους λυπούμασταν επειδή δεν έχουν πνευματικότητα! Τρέχουμε υποκριτικά τις Κυριακές στην Εκκλησία να βάλουμε το κερί μας, με τα ακριβά, μοδάτα και προκλητικά μας ρούχα, με το κεφάλι, τους ώμους και την μύτη ψηλά, με το στόμα μας να στεγνώνει απο την πολύ αργολογία, με τον νού μας οπουδήποτε αλλού παρά στην επίγνωση, την μετάνοια και τον φόβο του Θεού. Τρέχουμε με πνεύμα εκκοσμικευμένο να γεμίσουμε τα λεωφορεία να μην χάσουμε την προσκυνηματική εκδρομή, διότι την βλέπουμε ώς ευκαιρία για γλέντι, και δεν πάμε με συστολή, διότι δεν την βλέπουμε ώς προσκύνημα και ευλογία. Τρέχουμε να φιλήσουμε το χέρι του ιερέως όχι επειδή πηγάζει απο μέσα μας το σέβας για το φοβερό Μυστήριο της Ιερωσύνης το οποίον φέρει στους ώμους του, αλλά με πνεύμα δουλικότητας. Κατάλοιπο της σχέσης ραγιά και Πασά. Γι΄ αυτό βλέπουμε απο την μια κάποιον να μην τολμά να αποτειχιστεί απο έναν Οικουμενιστή ιερέα, αλλά να μην διστάζει να τον κατακρίνει και να τον χλευάσει στις παρέες του. Επειδή υπάρχει σχέση δουλικότητας και όχι πνευματικότητας, πίστεως και σεβασμού. Και βλέπουμε απο την άλλη κάποιον που αναγκάζεται με πόνο να αποτειχιστεί απο τον Οικουμενιστή ιερέα του, αλλά δεν διαννοείται ποτέ να κατακρίνει και να σχολιάσει κανέναν ιερέα. Και αυτό διότι πονά για τον ιερέα του, αλλά και επειδή αντιλαμβάνεται την πραγματική σχέση διακόνου και ποιμνίου όπως την περιγράφουν οι Γραφές και οι Πατέρες. Την δουλικότητα, που είναι και αντίθετη με το πνεύμα του Χριστιανισμού, την βαπτίσαμε «σεβασμό», και έτσι δεν μας ενοχλεί όταν ο Επίσκοπος διαστρέφει του λόγους του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Βάζουμε την υπακοή στον Οικουμενιστή ιερέα και Επίσκοπο πάνω απο την υπακοή στον Θεό και τον λόγο Του. Έτσι, λατρεύουμε τον άνθρωπο και όχι τον Θεό. Νομίζουμε οτι είμαστε ευλαβείς επειδή τηρούμε τις νηστείες, αλλά δεν μας εξοργίζει η αίρεση. Είμαστε ακριβοί στα πίτουρα και φθηνοί στ΄ αλεύρι. Είμαστε ΥΠΟΚΡΙΤΕΣ και Θεομπαίκτες! Φθάσαμε στο σημείο, οι Οικουμενιστές να κυρήττουν και να διδάσκουν τελείως διαφορετικά πράγματα απο εκείνα που λέει η Ορθοδοξία εδώ και 2000 χρόνια, να τα δογματοποιούν με ληστρικές Συνόδους, να παραβαίνουν κάθε Ιερό Κανόνα, και εμείς να νομίζουμε οτι κρύβουμε την βλάσφημη υποκρισία και την προδωτική απιστία μας πίσω απο ασεβείς δικαιολογίες του τύπου «έχει ο Θεός», «θα φροντίσει ο Θεός την Εκκλησία Του», «η Εκκλησία ποτέ δεν χάθηκε», «δεν θα αφήσουν οι Ιεράρχες», «κάποια στιγμή θα γίνει Σύνοδος και θα τα ξεκαθαρίσει», κοκ. Εάν δεν ισχύουν για τους Οικουμενιστές που εισαγάγουν καινοτόμες διδασκαλίες οι κάτωθι λόγοι, τότε για ποιούς ισχύουν:
Και εάν όχι για κάθε καιρό αιρέσεως όπως τώρα, τότε για ποιές περιστάσεις και για ποιούς, μας άφησε εντολές ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, όπως:
Επειδή κανείς δεν γνωρίζει πότε θα περάσει απο αυτήν την ζωή στην ώρα της κρίσεως, ελπίζω το Φώς της Χάριτος να μας φωτίσει όλους πρίν να είναι πολύ αργά, ώστε να δούμε όλοι οτι η αποτείχιση μας κρατά εντός Εκκλησίας, και μας προφυλάσσει απο την προδωτική συν-ομολογία με τους αντιχρίστους Οικουμενιστές. Αμήν.
Μετά φόβου Θεού,
[2] «ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ τῆς Ἁγίας και Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», Κεφ. «I. Ἡ Ἐκκλησία: Σῶμα Χριστοῦ, εἰκών τῆς Ἁγίας Τριάδος», παρ. 3 [3] «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ», παρ. 6 [4] «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ», παρ. 17 [5] «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ», παρ. 19 [6] Δήλωση του Τορόντο, Κεφ. «IV. The assumptions underlying the World Council of Churches», παρ. 3 [7] «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ», παρ. 11 [8] «Second Agreed Statement on Christology», παρ. 9 [9] «Second Agreed Statement on Christology», παρ. 10, «Both families agree that all the anathemas and condemnations of the past which now divide us should be lifted by the Churches» [10] «Balamand Statement», παρ. 13-14 και 30 [11] «Called to be the One Church», Κεφ. 2, παρ. 5-7 [12] «Unity Statement», παρ. 14 [13] «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ», παρ. 6 [14] Ελάχιστες ενδεικτικές αναφορές οι οποίες αποδεικνύουν την προχωρημένη, παγκόσμια συντονισμένη προσπάθεια για την εδραίωση της πανθρησκείας
Μετά φόβου Θεού, |
omologiapistews@protonmail.com
Βοηθήστε στον αντι-αιρετικό αγώνα :