Τελευταία ενημέρωση σελίδας: 27 / 03 (Μαρ.) / 2021



Σύντομος Οδηγός Αναγνωρίσεως και Προστασίας απο την Παναίρεση του Οικουμενισμού



Πρίν προχωρήσουμε στον καθ’ εαυτού οδηγό αναγνωρίσεως και προστασίας απο την παναίρεση του Οικουμενισμού, είναι απολύτως απαραίτητο να έχουμε κατανοήσει την πιο θεμελιώδη αρχή της Ορθοδόξου Πίστεως.

Η κυριότερη και σημαντικότερη διαφορά της Εκκλησίας απο τις αιρέσεις, και αυτή που αποτελεί ρίζα και προϋπόθεση κάθε Ορθοδόξου Δόγματος και κάθε θεολογικής ενασχολήσεως, είναι η Παλαμική θεολογία. Είναι δηλαδή η θεολογική αλήθεια ότι την Θεολογία δεν την παράγουν οι άνθρωποι δια του διαλεκτικού συλλογισμού, δηλαδή δια της ανθρωπίνης διανοίας, φιλοσοφίας, στοχασμού και εμπνεύσεως (πράγμα το οποίον είναι πλάνη εξ ορισμού), αλλά την (επι)κοινωνεί, την αποκαλύπτει δηλαδή ο ίδιος ο Θεός δια της ελλάμψεως, δια της μεθέξεως δηλαδή του Ακτίστου Φωτός την οποίαν βιώνουν όσοι έφθασαν στον καθαρισμό της ψυχής και στην θέωση, δηλαδή στους Αγίους της Εκκλησίας. Άρα λοιπόν μόνον οι Άγιοι έχουν το «ασφαλώς» και «απλανώς»[1] και «πρωτογενώς»[1] θεολογείν. Όλοι οι υπόλοιποι μπορούμε και υποχρεούμεθα να θεολογούμε μαθητεύοντας, μελετώντας, διαδίδοντας, ακόμη και αναδιατυπώνοντας στην δική μας γλώσσα, στο δικό μας ύφος, με τα δικά μας λόγια, διατηρώντας όμως αναλλοίωτο το νόημα και τις διδαχές της απλανώς παραδοθείσης Πίστεως.

Όλοι οι αιρετικοί ανεξαιρέτως, άπαξ και εξέπεσαν της Εκκλησίας, στερήθησαν της Χάριτος, και συνεπώς αδυνατούν έκτοτε να φθάσουν εκεί που φθάνουν οι Άγιοί μας, στην μέθεξη του Ακτίστου Φωτός, και να γίνονται αποδέκτες τεραστίων δωρεών του Παναγίου Πνεύματος, μια εκ των οποίων είναι και η πρωτογενής και απλανής Θεολογία. Αυτή ήταν και η διαμάχη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά με τον Παπικό Βαρλαάμ τον Καλαβρό, ο οποίος, εφόσον κανείς Παπικός δεν μπορούσε πλέον να μεθέξει του Ακτίστου Φωτός, αδυνατούσε να δεχθεί ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό, και μιλούσε περί κτιστού φωτός, δηλαδή περί διαλεκτικώς θεολογείν, δηλαδή περί πλάνης. Δεν είναι τυχαίο γεγονός το ότι την ίδια Βαρλααμική θέση έχουν υιοθετήσει και όλες οι υπόλοιπες αιρέσεις, όπως οι χιλιάδες παραφυάδες ή οργανώσεις («εκκλησίες») των Προτεσταντών.

Απο συστάσεως της θεσμικής Εκκλησίας λοιπόν, δηλαδή απο την πεντηκοστή ημέρα απο την Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όλα όσα αποτελούν την Πίστη είναι προϊόν αποκαλύψεων του Παναγίου Πνεύματος, δηλαδή του Θεού. Το Πνεύμα ήταν Αυτό το οποίο εγκαταστάθηκε μόνιμα εντός τους και φώτιζε όλους τους Αγίους Αποστόλους απο την Πεντηκοστή και μετά, και έγραψαν τα Ευαγγέλια και τις Επιστολές τα οποία αποτελούν την Καινή Διαθήκη («οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον... ἀλλὰ δι᾿ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ»[2]. Το Πνεύμα φώτισε τους Αγίους Αποστόλους όταν συνέταξαν τους 85 Ιερούς των Κανόνες. Το Πνεύμα φώτιζε τους Αγίους Πατέρες οι οποίοι κατέληξαν στο ποιά βιβλία θα αποτελούν την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Το Πνεύμα φώτιζε τους Αγίους Πατέρες οι οποίοι συνευρέθησαν σε εννέα Οικουμενικές Συνόδους και σε ένδεκα Τοπικές, όπου και συνέταξαν τους Ιερούς Κανόνες τους οποίους συγκέντρωσε σε ενα σύγγραμα (Πηδάλιον) ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Το Πνεύμα φώτιζε τους Αγίους Πατέρες οι οποίοι συνέταξαν τους λοιπούς Ιερούς Κανόνες οι οποίοι περιέχονται στο ίδιο σύγγραμα, όπως λόγου χάριν οι 92 Ιεροί Κανόνες του Μεγάλου Βασιλείου. Το Πνεύμα φώτιζε τους Αγίους Πατέρες για να μας μεταφέρουν την απλανή και ασφαλή θεολογία που βρίσκεται στην συγγραφική συλλογή που τώρα ονομάζουμε Ορθόδοξη Πατρολογία, αλλά και σε άλλα Πατερικά κείμενα. Το Πνεύμα, δηλαδή ο Θεός, φώτιζε και φωτίζει τους Αγίους της Εκκλησίας οι οποίοι ακόμη μας μεταφέρουν προφητείες και προειδοποιήσεις.

Ορθοτομώντας λοιπόν αναφέρει και η Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς ότι «Η θεολογία δεν είναι ανθρώπινη ανακάλυψη, αλλά αποκάλυψη Θεού. Και ό, τι αποκαλύπτει ο Θεός είναι πλήρες και τέλειο, μη επιδεχόμενο προσθήκες, ή αφαιρέσεις, ή βελτιώσεις»[3]. Ορθοτομώντας αναφέρει και το Ιερόν Ησυχαστήριον Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου ότι η κατ' εξοχήν Θεολογία ανήκει σε όσους ενώθηκαν με τον Θεό δια της θεώσεως και της ελλάμψεως του ακτίστου φωτός. Ορθοτομώντας αναφέρουν και οι παραδοσιακοί θεολόγοι μας όπως ο Δημήτριος Τσελεγγίδης ότι «Ὀρθόδοξη καί ἀπλανῆ θεολογία παράγουν πρωτογενῶς μόνον ὅσοι καθαρίστηκαν ἀπό τήν ἀκαθαρσία τῶν παθῶν τους, καί κυρίως ὅσοι φωτίστηκαν καί θεώθηκαν ἀπό τίς ἄκτιστες ἐλλάμψεις τῆς θεοποιοῦ Χάριτος»[4] και ότι «Τό κατεξοχήν καί κορυφαῖο κριτήριο τοῦ ἀπλανοῦς χαρακτήρα τῆς ἐκκλησιαστικῆς θεολογίας εἶναι ἡ ἁγιότητα τῶν θεοφόρων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι τήν διατύπωσαν.»[4]

Να κάνουμε εδώ μια παρένθεση για να διευκρινήσουμε ότι υπάρχουν ελάχιστες εξαιρέσεις Ορθοδόξων οι οποίοι για κάποιον λόγο έχουν αγιοκαταταχθεί, και οι οποίοι δεν ορθοτόμησαν τον λόγο της Αληθείας. Ενα παράδειγμα είναι η αγιοκατάταξη του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης. Η ορθή αγιοκατάταξή του ως Ιερομάρτυρα έγινε επειδή σφαγιάσθηκε για την αγάπη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού παρέα με άλλους κληρικούς καθώς και με το ποίμνιό του απο τους Τούρκους κατά την Μικρασιατική Καταστροφή. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι ανήκει στους Αγίους Πατέρες εκείνους, οι οποίοι, δια της μεθέξεώς των στίς ελλάμψεις του Ακτίστου Φωτός, μας μετέφεραν την Αγιοπνευματικά αποκεκαλυμένη Θεολογία που έχουμε σήμερα. Και το γεγονός ότι ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης δεν ήταν απο τους Θεολόγους της Εκκλησίας φαίνεται ξεκάθαρα, καθόσον ήταν και Μασόνος και εξαιρετικά συνειδητός Οικουμενιστής, και γι' αυτό υπάρχουν πολλές αντιδράσεις για την αγιοκατάταξή του, παρόλο που εμαρτύρησε για τον Χριστό. Γι' αυτό και κανείς εκ των Πατέρων δεν συνεφώνησε με τις κακοδοξίες του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης.

Στην προσπάθεια των Οικουμενιστών να πολλαπλασιάσουν τους "Οικουμενιστές Αγίους" ώστε να μπορέσουν να πούν ότι τάχα υπήρξαν και Φωτισμένοι οι οποίοι υποστήριξαν τον Οικουμενισμό, το 2018 έγινε μια αποτυχημένη προσπάθεια να περάσει ο αρχι-Οικουμενιστής Πατριάρχης Αθηναγόρας ώς άγιος! Η έγκαιρη αντίδραση του Ορθοδόξου Ελληνισμού όμως ήταν τέτοια, που το εν λόγω προπαρασκευαστικό Συνέδριο απέτυχε παταγωδώς.[5] Δυστυχώς όμως, κάποια στιγμή, οι κρατώντες και διοικούντες Οικουμενιστές, δια της αυξανομένης αγνοίας του ποιμνίου, θα παρουσιάσουν και τέτοιους "αγίους", ώστε να πλανήσουν ακόμη και τους εκλεκτούς... Γι' αυτό η ασφαλής Θεολογία υπάρχει μόνον εκεί που υπάρχει μέθεξη στο Άκτιστο Φώς και ακόμη καλύτερα εκεί όπου υπάρχει η λεγόμενη "Συμφωνία Πατέρων", δηλαδή όπου συνομολογούν όλοι οι Πατέρες ότι κάτι είναι Θεολογικά σωστό. Αποκορύφωση μιας τέτοιας συμφωνία Πατέρων είναι η κάθε Ορθόδοξη Οικουμενική Σύνοδος. (βλ. Ιερά Παράδοση)

Γι’ αυτό και οι Άγιοί μας όπως ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ο Μέγας Φώτιος, και πολλοί άλλοι, αναφέρουν ότι η Ιερά Παράδοση είναι η ζώσα συνέχεια της Αγίας Γραφής, είναι η παρατεινόμενη Πεντηκοστή είς τους αιώνες, είναι ο Χριστός παρατεινόμενος είς τους αιώνες, και γι’ αυτό η Ιερά Παράδοση είναι απολύτως ισότιμη της Αγίας Γραφής, διότι είναι αποκαλύψεις του Παναγίου Πνεύματος και άρα λόγια Θεού και όχι ανθρώπων. Και οι δύο λοιπόν Πηγές της Πίστεως τις οποίες αναγνωρίζει επισήμως η Εκκλησία μας, δηλαδή η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) και η Ιερά Παράδοση (Ιεροί Κανόνες, Πατρολογία, Συναξάρια, Φιλοκαλία, προφητείες, κοκ), και οι δύο αυτές πηγές της Πίστεως έχουν κοινή πηγή τις αποκαλύψεις του Παναγίου Πνεύματος. Όπως λοιπόν μοναδική κεφαλή της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, έτσι και μοναδική πηγή της Ορθοδόξου Θεολογίας είναι το Πανάγιον Πνεύμα. Έτσι και μοναδικό Σώμα της Εκκλησίας είναι το σύνολο λαϊκών, μοναχών και κληρικών οι οποίοι συνομολογούν την Θεόσδοτη αλήθεια, την μόνη ορθή Πίστη, και μόνον αυτοί.

Οι απλανείς και Θεόσδοτες Πηγές της Πίστεως λοιπόν μας αποκαλύπτουν ποιά είναι τα όρια της Εκκλησίας του Χριστού, η οποία Εκκλησία είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο Λόγος, η Αλήθεια, το Φώς της Σωτηρίας και της Αιωνίου Ζωής, όπως ο ίδιος μας πληροφορεί: «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι᾿ ἐμοῦ»[6]. Οτιδήποτε υπάρχει πέραν των αποκαλύψεων του Παναγίου Πνεύματος, ονομάζεται απο τους Αποστόλους και τους Πατέρες, και είναι, αίρεση απωλείας.[7]

Γι’ αυτό, εν πλήρη συμφωνία, Αγία Γραφή και Άγιοι Πατέρες μας ενημερώνουν ότι η ορθοτόμηση του λόγου της Αληθείας, δηλαδή η διατήρηση ακεραίας της ορθής Πίστεως είναι η μοναδική οδός σωτηρίας. Κάθε παραμικρή παρέκκλιση απο τα είς τους Προφήτες και Αποστόλους και Αγίους αποκεκαλυφθέντα της Πίστεως, οδηγεί πάραυτα στην απώλεια. Μόνον όσα απεκάλυψε ο Θεός ώς οδό σωτηρίας, οδηγούν πράγματι στην σωτηρία, και αυτά είναι οι Πηγές της Πίστεως, και τίποτε καινοτόμο πέραν αυτών.

Έτσι, κάθε προσωπικός αγιασμός, κάθε δηλαδή πνευματικός αγώνας για την κάθαρση της ψυχής και την σωτηρία νοείται μόνον εντός των τειχών της Πίστεως, αλλιώς είναι χαμένος κόπος. Είναι ξεκάθαρο το πνεύμα των Αγίων Πατέρων ότι είναι προτιμώτερο να κρατήσεις την ορθή ομολογία, παρά να κατακτήσεις όλες τις αρετές και να χάσεις την ψυχή σου λόγω κακής ομολογίας. Αυτό για παράδειγμα διαφαίνεται ξεκάθαρα απο το «Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα ἤ πράσσων κἄν ἀξιόπιστος ᾖ, κἄν νηστεύῃ, κἄν παρθενεύῃ, κἄν σημεῖα ποιῇ, κἄν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ φθορὰν προβάτου κατεργαζόμενος»[8] του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, απο το «Νά μήν ἀποδέχεστε κανένα αἱρετικό δόγμα μέ πρόσχημα τήν ἀγάπη» του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, απο το «ὅστις βούλεται σωθῆναι, πρό πάντων χρή αὐτῷ τήν καθολικήν κρατῆσαι πίστιν, ἥν εἰ μή τις σώαν καί ἄμωμον τηρήσειεν, ἄνευ δισταγμοῦ, εἰς τόν αἰῶνα ἀπολεῖται»[9] του Αγίου Αθανασίου του Μεγάλου, απο το «οὐ μικρόν ἐν τοῖς περί Θεοῦ τό παραμικρόν» του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, απο το «τα περί Πίστεως, όπου αν παρεκκλίνη ολίγον κανείς, αμαρτάνει αμαρτίαν προς θάνατον» του Αγίου Φωτίου του Μεγάλου, κοκ.

Γι’ αυτό και μιλώντας με αμιγώς θεολογικά κριτίρια, όλοι οι αιρετικοί ονομάζονται τόσο απο τα Ευαγγέλια όσο και απο τους Αγίους Πατέρες, όχι μόνον ώς μη Χριστιανοί, αλλά ώς αντίχριστοι. Η χρήση απο τους Αγίους Πατέρες του όρου «Χριστιανοί», όπως και άλλες σχετικές φιλοφρονήσεις πρός τους αιρετικούς, έγιναν κατ’ οικονομίαν σε πολύ συγκεκριμένες αλληλογραφίες τους όπου ο στόχος των Αγίων ήταν να «χρυσωθεί» ο αυστηρά ελεγκτικός τους πρός τους αιρετικούς λόγος και τίποτε περισσότερο.

Τί σημαίνουν πρακτικά όλα τα ανωτέρω; Σημαίνουν ότι κάθε φορά που κάποιος λαϊκός, θεολόγος, ψάλτης, μοναχός, ιερέας, ηγούμενος, αρχιερέας, Μητροπολίτης ή Πατριάρχης κυρήττει δια στόματος ή δια γραφίδος, ή βγάζει Εγκύκλιο διά της οποίας κυρήττει ή διατάσσει κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τις Πηγές της Πίστεως, τότε οφείλουμε υπακοή στον δι’ αποκαλύψεως απλανή και τέλειο και σωτήριο λόγο του Κτίστη και Κριτή και όχι στον αντίνομο και πεπλανημένο, στοχαστικό, σχολαστικό, διαλεκτικό και αφώτιστο απο τις ελλάμψεις λόγο των υπερηφάνων κτισμάτων Του.

Η διοικούσα εκκλησία (κλήρος, αρχιερείς) δεν είναι ούτε «απλανής» πηγή Πίστεως, ούτε νομιμοποιείται να νομοθετεί αντ-Ορθόδοξα ώς άλλος «αλάθητος Πάπας», ούτε αποτελεί απο μόνη της την Εκκλησία. Εκκλησία όπως είδαμε είναι το σύνολο λαϊκών, μοναχών και κληρικών οι οποίοι συνομολογούν την αληθή Πίστη, και μόνον αυτοί. Όσοι παρεκκλίνουν απο τα της Πίστεως, ανεξαρτήτως ιδιότητος (λαϊκός, μοναχός, κληρικός), οι ίδιοι θέτουν εαυτούς εκτός Εκκλησίας.

Δεν είναι τυχαίο άλωστε, το γεγονός ότι τις δεκάδες αιρέσεις που αντιμετώπισε η Εκκλησίας μας αυτά τα περίπου 1.988 χρόνια που υπάρχει (~33-2021 μΧ), τις έφεραν ΟΛΕΣ οι αρχιερείς, οι οποίοι πλανήθησαν απο τον Πονηρό λόγω της υπερηφάνειάς των να θέλουν να θεολογήσουν πέραν των εκ του Θεού αποκεκαλυφθέντων της Πίστεως. Το ίδιο ακριβώς συνεχίζει να συμβαίνει και σήμερα με τους «νεο-Πατερικούς» ή «μετα-Πατερικούς» και «Νεο-Βαρλααμιστές» Οικουμενιστές θεολόγους και κληρικούς.


Οδηγός αναγνωρίσεως και προστασίας απο την παναίρεση του Οικουμενισμού

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αναγνωρίσει κανείς έναν Οικουμενιστή, είτε αυτός είναι συνειδητός στρατιώτης της παναιρέσεως, είτε έχει πέσει θύμα των Οικουμενιστικών κακοδοξιών χωρίς να το έχει αντιληφθεί. Ας δούμε μερικές βασικές κακοδοξίες και κακοπραξίες απο τις οποίες αποκαλύπτεται ο συνειδητός ή πεπλανημένος Οικουμενιστής.

Οι φανεροί Οικουμενιστές υιοθετούν και υποστηρίζουν ευθέως ενα ή περισσότερα (περισσότερα συνήθως) απο τα ακόλουθα:

Έχουν υιοθετήσει την Παπο-Προτεσταντική αίρεση ότι απλανή, πρωτογενή Θεολογία μπορούν να παράξουν και οι θεολόγοι δια της ανθρωπίνης διαλεκτικής και διανοήσεως. Επαναφέρουν δηλαδή την αίρεση του Βαρλαάμ («Νεο-Βαρλααμισμός») την οποία πολέμησε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.

Πιστεύουν στην Παπική «θεωρία των 2 πνευμόνων», κατά την οποίαν η Εκκλησία του Χριστού αποτελείται απο την Ορθόδοξη Εκκλησία και απο την Παπική αίρεση, την οποία αποκαλούν Καθολική Εκκλησία.

Πιστεύουν στην Προτεσταντική «θεωρία των κλάδων», κατά την οποίαν η Εκκλησία του Χριστού αποτελείται απο την Ορθόδοξη Εκκλησία μαζί με όλες τις αιρέσεις, τις οποίες αποκαλούν Εκκλησίες.

Πιστεύουν στην Παπο-Προτεσταντική θεωρία της «διηρημένης Εκκλησίας», κατά την οποίαν η Εκκλησία του Χριστού είναι διηρημένη (δλδ η Εκκλησία και οι χιλιάδες αιρέσεις) και οφείλουμε να την επανενώσουμε είς Μίαν, και συνεπώς υποκρίνονται όταν στο Σύμβολο της Πίστεως δηλώνουν ότι πιστεύουν «Είς Μίαν Αγίαν Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».

Πιστεύουν ότι η ενότητα και τα όρια της Εκκλησίας δεν είναι πλέον όπως ορίζουν επι 2000 χρόνια οι Πηγές της Πίστεως (Αγία Γραφή, Ιεροί Κανόνες, Άγιοι Πατέρες), δηλαδή η κοινή Πίστη (Ορθόδοξα Δόγματα και Θεολογία), η έγκυρη Αποστολική Διαδοχή και η κοινή Λατρεία (Μυστήρια). Έτσι, εναντιούμενοι στον λόγο του Θεού (Οικουμενικές Σύνοδοι), αναγνωρίζουν στους αιρετικούς Αποστολική Διαδοχή, Ιερωσύνη, Θεία Χάρη, Μυστήρια και Σωτηρία. Κατά τους Οικουμενιστές, οι αιρετικοί είναι και αυτοί μέλη του Χριστού (Χριστιανοί και Εκκλησίες), ακόμη και εαν παραμένουν αμετανόητοι στις βλάσφημες αιρέσεις τους και εν ενεργεία καταδικασμένοι απο τις αλάθητες Οικουμενικές Συνόδους.

Πιστεύουν στην Προτεσταντική «Βαπτισματική θεολογία», κατά την οποίαν είναι έγκυρο το «Βάπτισμα» όλων των αιρέσεων, και συνεπώς όλοι οι «χριστιανοί» έχουμε κάτι κοινό, κάτι που μας ενώνει, το «Χριστιανικό Βάπτισμα».

Πολλοί εξ αυτών, οι πιο συνειδητοποιημένοι Οικουμενιστές, έχουν υιοθετήσει και το «Παπικό Πρωτείο», ότι δηλαδή ο Πάπας είναι ανώτερος απο κάθε Ορθόδοξο Επίσκοπο, και συνεπώς ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως οφείλει υπακοή και υποταγή στον τρισκατάρατο Πάπα. («τον Πάπα να καταράσθε» Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός)

Ώς απόρροια των ανωτέρω, πιστεύουν στην λεγόμενη «Οικουμενική Κίνηση», γνωστή και ώς «Οικουμενισμό» ή «Διαθρησκειακό Συγκρητισμό», όργανο της οποίας είναι το «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών – ΠΣΕ», το οποίον και συντονίζει και διοργανώνει τους διαφόρους «διαχριστιανικούς διαλόγους» μεταξύ των αιρετικών οργανώσεων, δυστυχώς με την αμέριστη συμμετοχή και συνενοχή της διοικούσης Εκκλησίας μας. Σκοπός του ΠΣΕ είναι η σταδιακή ένωση Εκκλησίας και αιρέσεων σε μια ενιαία θρησκεία, σε έναν αχταρμά που θα συγχωνεύσει όλες μαζί τις αιρέσεις με την Εκκλησία, φτιάχνοντας μια νέα Οικουμενική Θρησκεία/Εκκλησία με κεφαλή τον Πάπα, την προφητευμένη πανθρησκεία του Αντιχρίστου.

Έτσι, οι Οικουμενιστές δεν βλέπουν κάτι κακό στις υπογραφές τις οποίες έχουν βάλει οι διάφορες Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες σε αιρετικά Οικουμενιστικά κείμενα, όπως στην Δήλωση του Τορόντο, στην Συμφωνία του Σαμπεζύ, στην Συμφωνία του Μπαλαμάντ, στην Συμφωνία του Πόρτο Αλέγκρε, στην Συμφωνία του Πουσάν, κοκ. (βλ. εδώ)

Δεν βλέπουν κάτι κακό απο την αιρετική και ληστρική ψευδο-σύνοδο του Κολυμπαρίου της Κρήτης το 2016. (βλ. εδώ)

Πιστεύουν στην αποκατάσταση της Ευχαριστιακής Κοινωνίας (Κοινό Ποτήριο) μεταξύ Εκκλησίας και αιρετικών. Όλο και αυξάνονται μάλιστα οι καταγγελίες ότι ήδη συλλειτουργούν κρυφά με κοινό Ποτήριο διάφοροι Οικουμενιστές ιερείς και αρχιερείς στην Κωνσταντινούπολη και την Ευρώπη, με Παπικούς και όχι μόνον.

Δεν έχουν πρόβλημα να αναγνωρίσουν και να συλλειτουργήσουν με σχισματικούς και καθηρμένους όπως οι Ουκρανοί σχισματικοί του Επιφανίου και του Φιλαρέτου, κοκ.

Αποδέχονται μέχρι και τους αιρετικούς Μονοφυσίτες/Μονοθελητές (Αρμενίους, Κόπτες, Συροϊακωβίτες, κοκ) όχι μόνον κατ' οικονομίαν ως «Χριστιανούς», αλλά ώς Ορθοδόξους!!!, την στιγμή που ούτε Οικουμενική Σύνοδος έχει συγκληθεί ώστε να άρει τις αποφάσεις των Δ' και ΣΤ΄ Οικουμενικών Συνόδων καθώς και της Πενθέκτης Συνόδου, ούτε καν μετανοούν και αποκυρήττουν τις βλάσφημες αιρέσεις τους.

Αποδέχονται τους μεικτούς γάμους μεταξύ Χριστιανών και αιρετικών. Αποδέχονται νέες (άκυρες) μεθόδους «Βαπτίσεως» Παπο-Προτεσταντικής προελεύσεως, δηλαδή χωρίς πλήρη τριπλή κατάδυση, πάντοτε με την δικαιολογία της κατ' ανάγκην και κατ' εξαίρεσιν «οικονομίας», της οποίας όμως κάνουν εσκεμένα λάθος χρήση για να μονιμοποιήσουν την αίρεση. Αποδέχονται τις συμπροσευχές μετά των αιρετικών στα διάφορα Θεοφάνεια, στις «αγαπολογικές» συμπροσευχές με διάφορες προφάσεις όπως για την παγκόσμια ειρήνη, για την οικολογία, κοκ. Επιτρέπουν στους αιρετικούς να εισέρχονται σε Ιερούς Ναούς και μάλιστα σε Θρόνους, και ακόμη και μέσα στο Ιερό Βήμα όπως ο Θεσσαλονίκης Άνθιμος, ο Κων/λεως Βαρθολομαίος, ο Ιεροσολύμων Θεόφιλος, ο Αντιοχείας Ιωάννης, ο Μεσσηνίας Χρυσόστομος, κοκ. Ανταλλάσσουν δώρα και συνεορτάζουν με τους αιρετικούς όπως ο Λαρίσης Ιερώνυμος. Χρίονται απο τους αιρετικούς όπως ο Γερμανίας Αυγουστίνος. Και γενικά έχουν καταπατήσει κάθε Ιερό Κανόνα βάσει των οποίων θα έπρεπε να έχουν καθαιρεθεί απο 100 φορές ο καθένας.

Πολλοί εκ των Οικουμενιστών έχουν μάλιστα υιοθετήσει και πολλές άλλες Παπικές αιρέσεις, όπως το «Πρωτείο του Πατρός» εντός της Αγίας Τριάδος.

Όταν στριμώχνονται για όλες τις ανωτέρω προδοσίες της Πίστεως, μιλούν εμφατικά και δεικτικά περί αγάπης και «οικονομίας» και «άχρι καιρού», της οποίας όμως «οικονομίας» τα νοήματα και τα όρια τα έχουν εντελώς διαστρέψει απο αυτά της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Ενα κλασσικό παράδειγμα διαστροφής της «οικονομίας» είναι όταν με περισσή πονηρία επικαλούνται οι Οικουμενιστές τις επιστολές των Πατέρων όπου απευθύνονταν με ενα σωρό φιλοφρονήσεις πρός τους αιρετικούς προκειμένου να «χρυσώσουν» τον αυστηρά αντι-αιρετικό, ελεγκτικό τους λόγο, χωρίς όμως να μετακινούνται οι Πατέρες ούτε χιλιοστό απο την ακρίβεια της Πίστεως. Με την δικαιολογία λοιπόν της οικονομίας αυτής των Πατέρων, οι Οικουμενιστές «βαπτίζουν» ώς «οικονομία» κάθε τους μόνιμη παρέκκλιση απο τα της Πίστεως και κάθε τους υιοθέτηση των Εωσφορικών αιρεσιών του Οικουμενισμού.

Υιοθετούν την δαιμονικής εμπνεύσεως Οικουμενιστική «αγαπολογία» κατά την οποίαν, αγάπη έχουν μόνον όσοι «χαϊδεύουν τα αυτιά» των αιρετικών και δεν τους ελέγχουν για την οδό της απωλείας που βαδίζουν. Αγάπη έχουν μόνον όσοι «χαϊδεύουν τα αυτιά» των αιρετικών και τους αναγνωρίζουν ώς «Χριστιανούς» και «Εκκλησίες» με «Ιερωσύνη» και έγκυρα «Μυστήρια», κι ας έρχονται έτσι σε αντίθεση με ολόκληρη την Θεόσδοτη Ιερά Παράδοση. Συγχέουν την κοσμική ευγένεια με την κατά Χριστόν αγάπη η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την σωτηρία, και θεωρούν οτι είναι αγάπη το να γίνονται αρεστοί στα αυτιά των πλανεμένων αιρετικών. Φθάνουν μάλιστα στο φοβερό σημείο της βλασφημίας να θεωρούν ότι οι Άγιοι της Εκκλησίας δεν είχαν αγάπη αλλά φανατισμό και μισαλλοδοξία και ότι ήσαν πλανεμένοι απο τον Πονηρό, επειδή, ακριβώς απο αγάπη, ήλεγχαν αυστηρά τους αιρετικούς (βλ. Βαρθολομαίος, κα). Γι’ αυτό και δεν θεωρούν πλέον τον ζήλο και την ευλάβεια πρός τα παραδομένα της Πίστεως ώς κάτι θεάρεστο, αλλά ώς κάτι οπισθοδρομικό, ώς φανατισμό, ώς δογματισμό, ώς μισαλλοδοξία και έλλειψη αγάπης. Δεν μπορούν να αντιληφθούν, και αυτό συμβαίνει σε όσους δεν ελεήθησαν με μικρά έστω βιώματα της Χάριτος, ότι όποιος αρχίσει λιγάκι να συλλαμβάνει το άρρητο και ασύλληπτο μεγαλείο της Τελείας Σοφίας του Θεού, εκείνος, δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει την σωστική αλήθεια και την υπέρτατη ανάγκη της φύλαξης της ακριβείας της Πίστεως. Δεν μπορεί να συλλάβει ότι ο λόγος του Θεού είναι Τέλειος και συνεπώς Αιώνιος. Δεν μπορεί να συλλάβει ότι κάθε λέξη του Θεού που μας απεκαλύφθη δια του Φωτισμού των Αγίων είναι Τέλεια και Πάνσοφη και πολύ εσκεμένα δοσμένη, ώστε μόνον αυτή να οδηγεί στην σωτηρία. Δεν μπορεί να συλάβει ότι αυτή η συνειδητοποίηση έκανε τους Αγίους Πατέρες τόσο ευλαβείς στην διαφύλαξη των λόγων του Θεού. Δεν μπορεί να συλλάβει ότι απο Θεία Φώτιση και Θείο Έρωτα και βαθειά, πραγματική κατά Χριστόν αγάπη ήλεγχαν οι Άγιοι τόσο αυστηρά τους εν αιωνία απωλεία βαδίζοντες αιρετικούς αδελφούς μας. Όχι απο υπερηφάνεια ή μισαλοδοξία όπως βλάσφημα και υπερήφανα νομίζουν οι ίδιοι. Την πλάνη την έχουν αυτοί, οι οποίοι πλανήθησαν απο υπερηφάνεια και νομίζουν οτι έχουν μεγαλύτερη αγάπη απο τους Αγίους, ακόμη και απο τον Θεό!, επειδή συγχέουν την κοσμική αγάπη και το συναίσθημα με την πραγματική αγάπη, με την κατά Χριστόν αγάπη, η οποία έχει να κάνει με την πραγματική ζωή που μας περιμένει εντός ολίγου στην Άνω Ιερουσαλήμ! Φυσικά, υπάρχουν και οι συνειδητοί πολέμιοι του Χριστού, οι συνειδητοί Οικουμενιστές, τους οποίους δεν αγγίζουν και δεν αφορούν τέτοια λόγια. Αυτοί είναι συνειδητοί Εωσφοριστές, και αυτό το καταθέτω μετά λόγου γνώσεως.

Αρέσκονται και διαπρέπουν σε πονηρούς, ηθικοφανείς ρητορισμούς του τύπου: «Αν σε κρίνουν εσένα τόσο αυστηρά όσο κρίνεις εσύ τους αιρετικούς τί πρέπει να σου κάνουν;» Κρύβουν έτσι πίσω απο τέτοιες Εωσφορικές πονηρίες την νομιμοποίηση της αιρέσεως και την αμετανοησία των αιρετικών, και προσπαθούν να παγιδεύσουν τον Χριστιανό ώστε να μην κάνει την ομολογία του ώς ρητά οφείλει όταν πρόκειται περί αιρέσεως και όταν προσβάλεται ο λόγος του Θεού.

Ακριβώς λοιπόν επειδή δεν βολεύει την καινοφανή τους «αγαπολογία», δεν δέχονται πλέον όσους Ιερούς Κανόνες και όσες διδαχές των Αγίων μιλούν περί ακριβείας Πίστεως και αιρέσεων απωλείας. Θεωρούν τους Ιερούς Κανόνες απαρχαιωμένους και μή εφαρμόσιμους πλέον, και σκοπίμως συγχέουν την αιώνιο ισχύ των Ιερών Κανόνων με την περιπτωσιολογία των επιτιμίων. Δια της πονηράς κοπτοραπτικής όμως, υιοθετούν όσους Ιερούς Κανόνες και όσα της Ιεράς Παραδόσεως τους βολεύουν.

Αγαπημένη καινοφανής αίρεση όλων των «Ορθοδόξων» Οικουμενιστών είναι η «Ζηζιούλειος» κακοδοξία περί «Επισκοποκεντρικής Εκκλησίας» (βλ. Ιωάννης Ζηζιούλας), η οποία επιχειρεί να νομιμοποιήσει την αντ-Ορθόδοξη και αρχαία έννοια της Δεσποτοκρατίας. Σύμφωνα με την λατρεμένη αυτή αίρεση των Οικουμενιστών, απαιτείται απο τους ιερείς και το ποίμνιο απόλυτη και άκριτη υπακοή στον Επίσκοπο, άνευ της προϋποθέσεως αυτός να ορθοτομεί τον λόγο της Αληθείας. Δηλαδή ακόμη και εάν ο Επίσκοπος βγάλει μια εγκύκλιο δια της οποίας αποδέχεται, κυρήσσει ή επιβάλει μια αίρεση, εμείς πρέπει να κάνουμε υπακοή και να αποδεχθούμε την αίρεση, και όχι να τον αποτειχίσουμε όπως έκαναν οι Άγιοί μας εδώ και 2000 χρόνια!

Οι κρυφοί Οικουμενιστές τώρα, είτε συνειδητοί είπαμε είτε πλανεμένοι, μπορούν να εντοπιστούν απο άλλες, πιο πλάγιες θέσεις τους.

Υιοθετούν την Προτεσταντική αντίληψη περί καύσης των νεκρών. Βρίσκουν ευφάνταστα επιχειρήματα για να δικαιολογήσουν τον πολιτικό γάμο ο οποίος στα μάτια του Θεού είναι πορνεία, τις προγαμιαίες σχέσεις, την εκκοσμίκευση της Εκκλησίας, τις κοσμικές εκδηλώσεις εντός των Ιερών Ναών, την αποδοχή της ομοφυλοφιλίας στα πλαίσια της δαιμονικής και αντι-Χρίστου Οικουμενιστικής «αγαπολογίας», την κατάργηση του αβάτου και την εκκοσμίκευση στο Άγιον Όρος, και κάθε λογής νεοεποχίτικη και νεοταξική καινοτομία. Και σκοπίμως συγχέουν το πάθος με τον πάσχοντα. Η Εκκλησία, ο Θεός δηλαδή, Αυτός που είναι Πάνσοφος και Πανάγαθος και Πανάγιος και Τέλειος και Θεός Αγάπη, μας διδάσκει διαχρονικά να αγαπούμε τον αμαρτωλό όχι μόνον ως αδελφό αλλά ως εαυτόν, να σκεπάζουμε τα σφάλματά του και τις αμαρτίες του και να τα θεωρούμε ωσάν δικά μας, να πονούμε και να προσευχόμαστε μετά δακρύων γι' αυτόν, να τον αγκαλιάσουμε και να του δείξουμε με την αγάπη μας την αγιαστική οδό του Χριστού, αλλά την ίδια στιγμή να μισούμε αλύπητα και θανάσιμα το πάθος και την αμαρτία που τον οδηγεί, και μας οδηγεί, στην αιώνια απώλεια του Χριστού, δηλαδή στην αιώνια απώλεια της ευτυχίας. Όχι να "νομιμοποιούμε" την αμαρτία με την Εωσφορική αντίληψη οτι χαϊδεύοντας τα αυτιά του εν απωλεία βαδίζοντος αδελφού, οτι έτσι τάχα δείχνουμε "αγάπη"! Η "νομιμοποίηση" του πάθους της ομοφυλοφιλίας (βλ. π. Βασίλειο Θερμό, π. Κάλλιστο Ware, κα) και των διαφόρων δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ...ΧΨΩ στην Εωσφορική διαστροφή και την αιώνια απώλεια, είναι Οικουμενιστική Πονηρία για να γυρίσουμε την πλάτη μας στην μοναδική αγιαστική και σωστική οδό, αυτήν του Χριστού.

Οι περισσότεροι εκ των Επισκόπων μας δεν θα τολμήσουν να καταδικάσουν δημόσια ή εγγράφως την Μασονία, διότι είναι οι ίδιοι μέλη των διαφόρων Μασονικών στοών Ρόταρυ, Λάϊονς, κοκ. Δεν είναι διόλου τυχαίο που δια της Μασονίας εισήχθη η παναίρεση του Οικουμενισμού στην Εκκλησία.

Απαξιώνουν και χλευάζουν τους Αγίους Πατέρες αλλά και τους εν ζωή αγίους Γέροντες του Αγίου Όρους οι οποίοι μίλησαν και μιλούν για το ότι οι ηλεκτρονικές ταυτότητες και οι κάρτες του πολίτη είναι πρόδρομος και μέρος του σφραγίσματος, και άρνηση του Βαπτίσματος και του Χριστού (βλ. Άγιοι Αρέθας, Εφραίμ ο Σύρος, Παΐσιος ο Αγιορείτης, κα).

Κάποιοι εξ αυτών έχουν αρχίσει να επαναφέρουν τον όρο της Νεστοριανής αιρέσεως «Χριστοτόκος» αντί του όρου «Θεοτόκος», που είναι αντίθετος με την Ορθόδοξο Χριστολογία. Ο όρος «Χριστοτόκος» υποδηλώνει ότι ο Χριστός δεν ήταν Θεός και άνθρωπος ήδη απο την θαυματουργική Σύλληψή Του όπως μας διδάσκει η Ιερά Παράδοση, αλλά ότι ήταν και παρέμεινε άνθρωπος που θεώθηκε ακριβώς όπως οι Άγιοί μας, και ότι συνεπώς η Θεοτόκος δεν ήταν μητέρα Θεανθρώπου αλλά ανθρώπου.

Υιοθετούν την Προτεσταντική απεικόνηση της «Αγίας Οικογενείας», κατά την οποίαν απεικονίζεται ο Ιησούς, η Θεοτόκος και ο Μνήστωρ Ιωσήφ ώς κανονική οικογένεια, κάτι το οποίον δεν ισχύει και αποτελεί Προτεσταντική αίρεση και βλασφημία, εφόσον η Θεοτόκος ούτε παντρεύτηκε τον Ιωσήφ, ούτε συνευρέθησαν ποτέ σωματικώς, ούτε πρίν την Γέννηση του Ιησού, ούτε μετά, εφόσον η Θεοτόκος παρέμεινε θαυματουργικώς, Αειπάρθενος.

Είναι επίσης ευρέως διαδεδομένη πρακτική των Οικουμενιστών να επιχειρούν να προπαγανδίσουν τον Οικουμενισμό δια ωραιοφανών επιχειρημάτων και κινήσεων, όπως για παράδειγμα οι Οικουμενιστικές συμπροσευχές για την παγκόσμια ειρήνη, για την οικολογία, για την κλιματική άλλαγή, για την παγκόσμια υγεία, κοκ. Η λογική τέτοιων πρακτικών κινείται στα ίδια πλαίσια με την λογική της Προτεσταντικής «Βαπτισματικής θεολογίας», ότι υπάρχουν δηλαδή και οφείλουμε να επικεντρωθούμε σε όσα υπερβατικά μας ενώνουν, είτε αυτά λέγονται «Χριστιανικό Βάπτισμα», είτε μονοθεϊστική θρησκεία, είτε παγκόσμια ειρήνη, είτε προστασία του παγκοσμίου περιβάλλοντος, είτε παγκόσμια υγεία, είτε παγκόσμια μετανάστευση, είτε παγκόσμια φτώχια, είτε παγκόσμια τρομοκρατία, είτε ακόμη και απο τον φόβο του αφανισμού απο μια πλανητική απειλή όπως ένας κομήτης ή απο τους κακούς εξωγήινους του Χόλυγουντ, κοκ.

Τέλος, δεν είναι τυχαίο που οι πιο σκληροί εκ των Οικουμενιστών, «έτυχε» να είναι πάλι εκείνοι οι οποίοι εστάθησαν υπέρμαχοι της βλασφημίας λέγοντας ότι ο κορωναϊός και άλλες μολύνσεις μπορούν να μεταδοθούν απο το Σώμα και το Αίμα του Χριστού κατά την Θεία Κοινωνία, και έγιναν υπέρμαχοι της τροποποιήσεως του τρόπου της Θείας Κοινωνίας με ατομικά κουταλάκια και άλλες βλασφημίες. Έγιναν υπέρμαχοι των μασκών εντός των Ιερών Ναών κι ας απαγορεύονται απο τους Ιερούς Κανόνες, κι ας είναι προσβολή του "κατ' εικόνα", κι ας είναι απιστία για την Πρόνοια και την δύναμη και την προστασία του Θεού μέσα στον δικό Του Οίκο, τον Ιερό Ναό, κι ας είναι μέχρι και η σκόνη καθαγιασμένη εντός των Ιερών Ναών όπως μας διδάσκουν οι Άγιοι Πατέρες. Έγιναν μέχρι και υπέρμαχοι των σατανικών εμβολίων κατά του κορωναϊού μη έχοντες καμίαν ένσταση για την εμβρυοκτονία που συντελείται κατά την διαδικασία παραγωγής των εμβολίων, κοκ.

Δεν είναι τυχαίο που οι παραδοσιακοί και ευλαβείς και αληθινοί Χριστιανοί κράτησαν αντίθετη και ομολογιακή στάση σε όλα αυτά τα ζητήματα, και χιλιο-κατηγορήθησαν ώς ανεύθυνοι και επικίνδυνοι για την δημόσια υγεία, και επαλήθευσαν για μια ακόμη φορά τα χιλιο-προφητευμένα, «Οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται»[10], και «μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»[11], και «μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ῥῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ»[12], και «ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου».[13]

Και μετά απο όλα αυτά τα φρικτά τα οποία πράττουν οι Οικουμενιστές, δεν εκπλήσει που κατηχούν το ποίμνιό τους να ασχολείται μόνον με τα πνευματικά και όχι με τα θεολογικά. Δεν θέλουν να εντοπίσει το ποίμνιο τις αιρετικές τους εκτροπές. Έτσι τους λένε «εσείς μόνο προσευχή και κομποσχοίνι, τα υπόλοιπα είναι για τους μεγάλους...»

Ο λόγος του Θεού όμως επιτάσσει την εμβάθυνση του ποιμνίου στην θεολογία, απο το «ἐρευνᾶτε τὰς γραφάς»[14], μέχρι το «γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς»[15], μέχρι το «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται»[16], μέχρι το «κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας»[17], μέχρι το «στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾿ ἐπιστολῆς ἡμῶν»[18], μέχρι το «ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστιν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ»[19], κοκ.

Και όχι μόνον επιτάσσει την εμβάθυνση του ποιμνίου στην θεολογία, αλλά επιτάσσει και το να μην σιωπούμε όταν βλέπουμε κάποιον αδελφό, είτε λαϊκό, είτε μοναχό είτε ιερέα και αρχιερέα να νεωτερίζει και να αιρετίζει, και αυτό φαίνεται απο το «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. ὅστις δ᾿ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»[20], μέχρι το «Τό, "Μὴ κρίνετε ἵνα μὴ κριθῆτε", περὶ βίου ἐστίν, οὐ περὶ πίστεως»[21] και το «πως είναι δυνατόν να μη κολασθεί αυτός που σιωπά όταν οι θεϊκοί νόμοι και κανόνες υβρίζονται»[22] του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, μέχρι το «Το τρίτο είδος αθεΐας, που συνιστά και συναίνεση με τον Πονηρό (τον διάβολο), είναι το να να σιωπάς για τα περί Πίστεως, προφασιζόμενος μια εκ του Πονηρού πηγαζομένη ευλάβεα»[23] του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, μέχρι το «Το να εφησυχάζει κανείς όταν το κινδυνευόμενο είναι η Πίστις, τούτο είναι το ίδιον της αρνήσεως (άρνηση του Χριστού), το δε να ελέγχει (τους αιρετίζοντες) είναι ομολογία ειλικρινής» καθώς και το «Εκείνος που σιωπά όταν κινδυνεύει η Πίστις (απο αιρετίζοντες), θα βρεθεί ένοχος εν ημέρα Κρίσεως για όσους απωλέσθησαν στην αίρεση»[24] του Αγίου Βασιλείου του Μέγα, μέχρι το «Είναι εντολή του Κυρίου να μην σιωπούμε όταν κινδυνεύει η Πίστις (απο αιρέσεις). Φώναξε, μίλα και μη σιωπάς. Και όταν δειλιάζεις δεν χαίρεται ο Κύριος. Διότι ακόμη και εαν οι άνθρωποι σιωπήσουν τότε θα φωνάξουν και οι πέτρες. Διότι όταν πρόκειται για την Πίστη, δεν μπορείς να πείς "Ποιός είμαι εγώ που θα μιλήσω; Ιερέας; Όχι. Άρχοντας; Ούτε. Στρατιώτης; Απο πού κι' ώς πού; Αγρότης; Ούτε κάν αυτό. Ενας φτωχός είμαι ζητιάνος. Δεν μου πέφτει κανένας λόγος για τέτοια ζητήματα." Ουαί κι' αλλοίμονο! Φωνάζουν και οι πέτρες και εσύ θα μένεις σιωπηλός και αδιάφορος; Η άψυχη φύση άκουσε τον Θεό και εξηγέρθη και εσύ ισοπεδωτής; [...] Και εσύ λοιπόν στο μέλλον θα βρεθείς ένοχος έμπροσθεν του Θεού εν ημέρα Κρίσεως, και επειδή δεν μίλησες, ακόμη και εαν είσαι ζητιάνος, θα δώσεις λόγο. [...] Ώστε ακόμη και αυτός ο φτωχός δεν θα έχει καμία απολογία εν ημέρα Κρίσεως, επειδή δεν μίλησε, και μόνο για αυτό θα βρεθεί ένοχος»[25] του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, κοκ.

Και όχι μόνον επιτάσσει το να μην σιωπούμε μπροστά στην αίρεση, αλλά και μας προτρέπει, για να μην πώ μας εντελλεί, πώς «ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ᾿ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν»[26], και «τὰς δὲ βεβήλους κενοφωνίας περιΐστασο· ἐπὶ πλεῖον γὰρ προκόψουσιν ἀσεβείας, καὶ ὁ λόγος αὐτῶν ὡς γάγγραινα νομὴν ἕξει·»[27], και πως «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις»[28], και πως «στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατὰ τὴν παράδοσιν ἣν παρέλαβον παρ᾿ ἡμῶν»[29], και πως «ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ᾿ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω»[30], και «ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς»[31], και πως «εἰ δέ τις οὐχ ὑπακούει τῷ λόγῳ ἡμῶν διὰ τῆς ἐπιστολῆς, τοῦτον σημειοῦσθε, καὶ μὴ συναναμίγνυσθε αὐτῷ, ἵνα ἐντραπῇ»[32], και ούτω καθ’ εξής.

Το ίδιο απορρέει και απο τους Ιερούς Κανόνες όπως ο ΛΑ΄ Αποστολικός[33] και ο ΙΕ΄ της ΑΒ΄ Οικουμενικής Συνόδου.[34] Το ίδιο συνομολογούν και όλοι οι Άγιοι Πατέρες διαχρονικά, όπως με το «Τοσαύτην οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτῶν ἔσχον εὐλάβειαν πρὸς τὸ μηδὲ μέχρι λόγου κοινωνεῖν τινι τῶν παραχαρασσόντων τὴν ἀλήθειαν»[35] του Αγίου Ειρηναίου, το «Ἅπασι τοῖς παρά σῆς εὐλαβείας κεχωρισμένοις διά τήν πίστιν ἤ καθαιρεθεῖσι λαϊκοῖς τε καί κληρικοῖς κοινωνικοί πάντες ἐσμέν. Οὐ γάρ ἐστιν δίκαιον τούς ὀρθά φρονεῖν ἐγνωκότας σαῖς ἀδικεῖσθαι ψήφοις, ὅτι σοι καλῶς ποιοῦντες ἀντειρήκασι»[36] του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, το «Ἐκεῖνος πού διώκεται ἀπό αὐτούς πού φαίνεται ὅτι εἶναι ὁμόπιστοι, λόγω τῆς ὑγιοῦς πίστεως, θά ἔχη μεγαλύτερον στέφανον ἀπό αὐτόν πού μαρτυρεῖ ἀπό εἰδωλολάτρη» του Αγίου Ιωσήφ Κωνσταντινουπόλεως, το «Ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος, οἱ ὄντες ὀφθαλμοὶ τῆς Ἐκκλησίας, κακῶς ἀναστρέφωνται καὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν, χρὴ αὐτοὺς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γὰρ ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον, ἢ μετ αὐτῶν ἐμβληθῆναι ὡς μετὰ Ἄννα καὶ Καϊάφα εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός»[37] του Μεγάλου Αθανασίου, το «…Διὸ φευκτέον ἀπὸ τῶν φθοροποιῶν ποιμένων»[38] και το «…Ὁμοίως καὶ οἱ λαϊκοί, τοῖς τῇ γνώμῃ τοῦ Θεοῦ ἐναντία δογματίσασι μὴ πλησιάζετε μηδὲ κοινωνοὶ τῆς ἀσεβείας αὐτῶν γίνεσθε»[39] του Αγίου Πάπα Κλήμης Α΄, το «Έχουμε διδαχθεί να μη δίνουμε σημασία στα θαύματα, όταν αυτός που τα ενεργεί διδάσκει αντίθετα προς την ευσέβεια» του Αγίου Αναστασίου του Σιναϊτου, το «Κάθε κληρικὸ τοῦ ὁποίου ἡ πίστις, οἱ λόγοι καὶ τὰ ἔργα δὲν συμφωνοῦν μέ τὶς διδασκαλίες τῶν Ἁγίων Πατέρων νὰ μὴν τὸν δεχόμαστε στὴν οἰκία μας. Ἀλλὰ νὰ τὸν ἀποστρεφόμεθα καὶ νὰ τὸν μισοῦμε ὡς δαίμονα, ἔστω κι ἄν ἀνασταίνει νεκροὺς καὶ κάνει μύρια θαύματα» του Αγίου Συμεώνος του Νέου Θεολόγου, το «Οίτινες τήν υγια ορθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ομολογειν, κοινωνουσι δέ τοις ετερόφροσι, τούς τοιούτους, ει μετά παραγγελίαν μή αποστωσιν, μή μόνον ακοινωνήτους έχειν, αλλά μηδέ αδελφούς ονομάζειν» του Μεγάλου Βασιλείου, το «ἡ ἐξωτερικὴ ἀκοινωνησία προστατεύει ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ ἀλλοτριότητα» του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, το «εἰ μέν περί πίστεως ἕνεκεν, φεῦγε αὐτόν καί παραίτησαι, μή μόνον ἄν ἄνθρωπος ᾖ, ἀλλά κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κατιών• εἰ δέ βίου ἕνεκεν, μή περιεργάζου»[40] του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, το «Νά ἀποφεύγετε, ὡσάν νά ἀποφεύγετε φίδια, τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ αὐτούς ποῦ εἶναι ἀκοινωνητοί καί τό μνημόσυνο αὐτῶν πού δέν πρέπει νά μνημονεύονται. Διότι αὐτοί εἶναι ψευδαπόστολοι, ἐργάτες δόλιοι πού μετασχησματίζονται σέ ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ» και το «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας Διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ Σύνοδοι καὶ πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαὶ φεύγειν τοὺς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καὶ τῆς αὐτῶν κοινωνίας διίστασθαι»[41] του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, το «οὖν οὐ χρή ἀγαπᾶν, οὐδὲ συνδυάζειν, οὐδὲ συνεύχεσθαι, οὐδὲ συνεσθίειν, οὐδὲ λαμβάνειν εἰς οἶκον, οὐδὲ χαίρειν αὐτοῖς» του Αγίου Εφραίμ του Σύρου, το «Να φυλάγεσθε απο τους ψευδοδιδασκάλους. Όσους δεν συμφωνούν μ΄ αυτά που διδάσκει η Εκκλησία να τους απομακρύνετε, οποιαδήποτε θέση και οποιουσδήποτε τίτλους κι αν κατέχουν» του Αγίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, κοκ.




[1] Τσελεγγίδης, Δημήτριος. "Η υπεροψία και η θεολογική εκτροπή των επίδοξων "μεταπατερικών" θεολόγων". ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ, Πρεσβύτερος Διονύσιος Τάτσης, 5/10/2013, http://thriskeftika.blogspot.com/2013/10/blog-post_5175.html

[2] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Γαλάτας Επιστολή, Κεφάλαιον α΄, στίχοι 11-12

[3] Γραφείον επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς. "Είναι "Ερωτική" ή "Ανέραστη" η Εκκλησία;". Ιερόν Ησυχαστήριον Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Καθηγούμενος Αρχιμανδρίτης Κύριλλος, 24/4/2017, https://www.impantokratoros.gr/24B09CE4.el.aspx

[4] Τσελεγγίδης, Δημήτριος. ""Μεταπατερική" ή "Νεοβαρλααμίτικη" Θεολογία;". Ιερόν Ησυχαστήριον Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Καθηγούμενος Αρχιμανδρίτης Κύριλλος, 15/2/2012, https://www.impantokratoros.gr/099EF197.el.aspx

[5] π. Νικόλαος Μανώλης, "Αποκαλύψεις για το πρόσφατο συνέδριο στη θεολογική του ΑΠΘ “Αθηναγόρας και Οικουμένη!”". ΑΒΕΡΩΦ, Φαίη, 25/4/2018, https://averoph.wordpress.com/2018/04/25/%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CF%8D%CF%88%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CF%80%CF%81%CF%8C%CF%83%CF%86%CE%B1%CF%84%CE%BF-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%AD%CE%B4%CF%81%CE%B9%CE%BF/

[6] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Ιωάννου του Ευαγγελιστού και Θεολόγου, Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, Κεφάλαιον ιδ΄, στίχος 6

[7] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Πέτρου, Β΄ Επιστολή Πέτρου, Κεφάλαιον β΄, στίχος 1

[8] Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, Πρός Ήρωνα, Διάκονον Αντιοχείας, "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 5, J.P. Migne, 1857, Άγιος Ιγνάτιος, σελίς 912, παράγραφος 2, στίχοι 1-5

[9] Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, Έκθεσις Ομολογίας της Καθολικής Πίστεως, "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 28, J.P. Migne, 1857, Άγιος Αθανάσιος, σελίς 1585, παράγραφος 2, στίχοι 1-4

[10] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Τιμόθεον Β΄ Επιστολή, Κεφάλαιον γ΄, στίχος 12

[11] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Ματθαίου του Ευαγγελιστού, Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Κεφάλαιον ε΄, στίχος 10

[12] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Ματθαίου του Ευαγγελιστού, Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Κεφάλαιον ε΄, στίχος 11

[13] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Ματθαίου του Ευαγγελιστού, Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Κεφάλαιον ι΄, στίχος 22

[14] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Ιωάννου του Ευαγγελιστού και Θεολόγου, Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, Κεφάλαιον ε΄, στίχος 39

[15] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Ιωάννου του Ευαγγελιστού και Θεολόγου, Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, Κεφάλαιον η΄, στίχος 32

[16] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Τιμόθεον Β΄ Επιστολή, Κεφάλαιον β΄, στίχος 9

[17] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Εβραίους Επιστολή, Κεφάλαιον δ΄, στίχος 14

[18] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Θεσσαλονικείς Β΄ Επιστολή, Κεφάλαιον β΄, στίχος 15

[19] Πατριαρχική και Συνοδική Επιστολή (1848), παράγραφος 17, "Sacrorum Conciliorum Nova Amplissima Collectio", Τόμος 40, G.D. Mansi, σελίς 407, παράγραφος 2, στίχοι 24-29

[20] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Ματθαίου του Ευαγγελιστού, Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Κεφάλαιον ι΄, στίχος 32-33

[21] Άγιος Ιωάννης ο Ιερός και Χρυσόστομος, Ομιλία ΛΔ΄ - Πείθεσθαι τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν..., "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 63, J.P. Migne, 1862, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, σελίς 232, παράγραφος 2, στίχοι 8-9

[22] Άγιος Ιωάννης ο Ιερός και Χρυσόστομος, Λόγος είς τον Μακάριον Βαβύλαν, "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 50, J.P. Migne, 1862, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, σελίς 547, παράγραφος 1, στίχοι 18-26

[23] Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Πρός τόν εὐλαβέστατον ἐν Μοναχοῖς κύρ Διονύσιον, "Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας (Ε.Π.Ε.)", Τόμος 4, Άγιος Γρηγόριος, σελίς 404

[24] Άγιος Βασίλειος ο Μέγας, Απόκρισις είς την Ερώτησιν ΣΞΑ΄, "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 31, J.P. Migne, 1857, Άγιος Βασίλειος, σελίς 1257, παράγραφος 1, στίχοι 22-24

[25] Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, Επιστολή ΠΑ΄ πρός Παντολέοντι Λογοθέτη, "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 99, J.P. Migne, 1860, Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, σελίς 1321, παράγραφος 1, στίχοι 15-37

[26] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Ιωάννου του Ευαγγελιστού και Θεολόγου, Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, Κεφάλαιον ι΄, στίχος 5

[27] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Τιμόθεον Β΄ Επιστολή, Κεφάλαιον β΄, στίχος 16-17

[28] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Λουκά, Πράξεις των Αποστόλων, Κεφάλαιον ε΄, στίχος 29

[29] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Θεσσαλονικείς Β΄ Επιστολή, Κεφάλαιον γ΄, στίχος 6

[30] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Γαλάτας Επιστολή, Κεφάλαιον α΄, στίχοι 8

[31] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Κορινθίους Β΄ Επιστολή, Κεφάλαιον στ΄, στίχος 17

[32] Ο Θεός δια του Αγίου Αποστόλου Παύλου, Πρός Θεσσαλονικείς Β΄ Επιστολή, Κεφάλαιον γ΄, στίχος 14

[33] Ο Θεός δια των Αγίων Αποστόλων, "Κανών ΛΑ΄", ΠΗΔΑΛΙΟΝ, Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Βλαστού Βαρβαρηγού, 1886, εν Αθήναις, σελίς 39-41

[34] Ο Θεός δια του Αγίου Φωτίου του Μεγάλου και των λοιπών 317 Πατέρων της ΑΒ΄ εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου του 861 μΧ, "Κανών ΙΕ΄", ΠΗΔΑΛΙΟΝ, Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Βλαστού Βαρβαρηγού, 1886, εν Αθήναις, σελίς 300

[35] Άγιος Ειρηναίος, Κατά Αιρέσεων, Βιβλίον Γ΄, Κεφ. 3, "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 7, J.P. Migne, 1857, Άγιος Ειρηναίος, σελίδαι 853-854

[36] Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, Επιστολή 17η : Πρός τον Νεστόριον, "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 77, J.P. Migne, 1854, Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, σελίς 108, παράγραφος 2, στίχοι 23-28

[37] Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, Αποσπάσματα, "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 26, J.P. Migne, 1857, Άγιος Αθανάσιος, σελίς 1257, παράγραφος 1, στίχος 3-9

[38] Άγιος Πάπας Κλήμης Α΄, ιθ. Ὅτι καὶ ὁ ποιμὴν ἀμελῶς φερόμενος περὶ τὰ πρόβατα δίκην τίννυσιν, καὶ τὸ πρόβατον μὴ πειθαρχοῦν τῷ ποιμένι κολάζεται, "Διαταγαί των Αποστόλων", Βιβλίον Β΄ - Περὶ ἐπισκόπων, πρεσβυτέρων καὶ διακόνων

[39] Άγιος Πάπας Κλήμης Α΄, δ. Ὅτι ἀποσχίζει οὐχ ὁ τῶν ἀσεβῶν χωριζόμενος, ἀλλ' ὁ τῶν εὐσεβῶν ἀφιστάμενος., "Διαταγαί των Αποστόλων", Βιβλίον ΣΤ΄ - Περὶ σχισμάτων, παράγραφοι 4 και 5

[40] Άγιος Ιωάννης ο Ιερός και Χρυσόστομος, Ομιλία ΛΔ΄ - Πείθεσθαι τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν..., "Patrologiae Graecae Cursus Completus", Τόμος 63, J.P. Migne, 1862, Άγιος Ιωάννης, σελίς 231, παράγραφος 1, στίχοι 24-34

[41] Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, Ομολογία της Ορθής Πίστεως, "Concilium Florentinum Documenta et Scriptores", Τόμος 10, Pontificum Institutum Orientalium Studiorum, 1977, Ρώμη, Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, σελίς 134, στίχοι 2-5


(του editor)



omologiapistews@protonmail.com



Βοηθήστε στον αντι-αιρετικό αγώνα :